σιόρ

σιόρ
σιόρ, ο και σινιόρ, ο
(λ. ιταλ.), κύριος.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • σιόρ — (I) Α (κατά τον Ησύχ.) «θεός Λάκωνες». [ΕΤΥΜΟΛ. Πιθ. άλλος τ. τού βιός]. (II) και σινιόρ, ο, θηλ. σιόρα και σινιόρα, Ν (προσαγόρευση τών μελών τής ανώτερης κοινωνικής τάξης στα Επτάνησα, παλαιότερα) κύριος. [ΕΤΥΜΟΛ. < βεν. sior, άλλος τ. τού… …   Dictionary of Greek

  • καραγκιόζης — Ελληνική παραλλαγή του θεάτρου σκιών, μιας τέχνης που είναι διαδεδομένη σε ολόκληρη την Ανατολή, με κεντρικό ήρωα την ομώνυμη φιγούρα. Η καταγωγή του Κ. παραμένει αδιευκρίνιστη. Έρευνες που έχουν διεξαχθεί κατά καιρούς έχουν επιχειρήσει να… …   Dictionary of Greek

  • Karagiozis — (Greek: Καραγκιόζης , from Turkish: Karagöz ) is a shadow puppet and fictional character of Greek traditional folklore inspired from an Ottoman Turkish counterpart who was known as Karagöz . He is the main character of the tales narrated in the… …   Wikipedia

  • Karagiozis — (griechisch Καραγκιόζης, vom türkischen Karagöz) ist eine volkstümliche griechische Schattentheaterfigur. Inhaltsverzeichnis …   Deutsch Wikipedia

  • Karaghiosis — à Athènes Lieux d utilisation Grèce Manipulateurs célèbres Evgenios Spatharis …   Wikipédia en Français

  • Μίμαρος — (Πάτρα 1859 – Αθήνα 1912). Ψευδώνυμο του καραγκιοζοπαίχτη Δημήτρη Σαρντούνη. Έμαθε τη τέχνη του καραγκιοζοπαίχτη από άλλους παλαιότερους και προσθέτοντας διάφορα στοιχεία δικής του έμπνευσης, αναδείχτηκε σε αναμορφωτή του ελληνικού θεάτρου σκιών …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”